Είναι πρόδηλον, από τής πρώτης στιγμής κατά τήν οποία εισερχόμαστε στόν τεκτονισμόν ότι υπάρχει καί μία ειδική, από τής απόψεως αυτού, αξιολόγηση τής εργασίας. Σκόπιμον δε’ θεωρούμε, να τήν προσέξουμε, εφ’όσον επιδιώκουμε καί το αισθανόμαστε ως προορισμό καί ως χρέος μας, να προχωρήσουμε πέρα από ότι θεωρείται τύπος καί σύμβολον καί να ανέλθουμε καί να εισχωρήσουμε στό βαθύτερο πλέον νόημα τής Τεκτονικής διδασκαλίας, τής Τεκτονικής κοσμοθεωρίας καί βιοθεωρίας. Πράγματι δε, σε όλες τίς επιδιώξεις μας όπως συλλάβουμε αυτό το βαθύτερο νόημα τού Τεκτονισμού, καθ’όλην τήν Τεκτονική μας ζωή, η εργασία κατέχει ένα πολύ εκτεταμένο μέρος, από τα ουσιοδέστερα, καί σάν μέσον, σάν πρακτική, αλλά ακόμη καί επιπλέον σάν σύμβολο ηθικό καί μεταφυσικό καί μυσταγωγικό-εντός τού κύκλου τών Τεκτονικών μας πραγματώσεων. Λεγόμαστε, καί είμαστε Τέκτονες, δηλαδή’ εργάτες. Ο τόπος τών συγκεντρώσεών μας λέγεται καί Εργαστήριον. Εργαστήριον καί Στοά λέγεται καί η στενότερη ομάδα, η κύρια καί αποκλειστική ομάδα τήν οποία σχηματίζουμε εντός τού ευρύτερου συνόλου μίας μεγάλης εθνικής ή τοπικής Τεκτονικής οργανώσεως. Κατά τήν έναρξη κάθε συνεδριάσεως ακούγεται η ερώτηση “ποίαν ώραν οι τέκτονες άρχονται τών εργασιών αυτών”; καί αφού διαπιστωθεί ότι “η ώρα τής εργασίας εσήμανεν” τότε φωτίζεται η Στοά καί ανοίγονται οι εργασίες. Κάτι ανάλογο γίνεται καί κατά το τέλος τής συνεδριάσεως οπότε, αφού διαπιστωθεί ότι οι εργάτες είναι ευχαριστημένοι καί ικανοποιημένοι καί ότι, η ώρα τής αναπαύσεως εσήμανεν, κηρύσσονται περαιωμένες οι εργασίες τής Στοάς. Το “περίζωμα”, το απαραίτητο από αρχαιοτάτων χρόνων εξάρτημα τής εμφανίσεως κάθε Τέκτονος προκειμένου να εισέλθει στό εργαστήριο καί κατόπιν καθ’ όλο το διάστημα τής εν αυτώ παρουσίας του, εντός αποτελεί καί αυτό όπως γνωρίζουμε, κατ’εξοχήν σύμβολο τής εργασίας. Εργαζόμαστε τέλος επί τού “ακατεργάστου λίθου” με σφύρα καί σμίλη. Πάντα ταύτα, χαρακτηριστικά καί βασικά μάλιστα, καθώς είναι απολύτως προφανές, στοιχεία τού Τεκτονικού τυπικού καί τής Τεκτονικής φρασεολογίας καί ορολογίας, πρέπει να παραδεχτούμε λογικώς ότι, αποβλέπουν σε έναν συγκεκριμένο σκοπό καί σε έναν σκοπό σημαντικό, στενότατα συνυφασμένο με τούς γενικούς σκοπούς τού Τεκτονικού προγραμματισμού. Τίποτα δέν γίνεται, είναι βέβαιον καί τίποτε δέν υφίσταται στόν Τεκτονισμό άνευ λόγου’ όλα όσα καθιερώθηκαν κάποτε καί παρέμειναν έκτοτε στήν Τεκτονική παράδοση καί στήν Τεκτονική πρακτική, σαφώς αποφασίστηκαν καί κατόπιν μελέτης. Υπάρχει ένα εσώτερο νόημα, πού είναι καί το ουσιαστικό τών λεγομένων καί τών πραττωμένων καί τών εμφανιζομένων εντός τού Τεκτονισμού. Καί το νόημα αυτό, μάς επιβάλλεται, αλλά καί μάς οφελεί, να προσπαθούμε διαρκώς να το συλλάβουμε καί να το αναζητούμε. Διαφορετικά ο Τεκτονισμός μπορεί να θεωρηθεί, όπως καί θεωρείται από τούς αμύητους καί τούς απληροφόρητους, ένα συνονθύλευμα περιέργων, το λιγότερο, τύπων. Ο Τέκτων όμως, ο συνεπής Τέκτων, έχει υποχρέωση όχι μόνον εξωτερικώς να διαλύει αυτήν τήν κατά πάντα εσφαλμένη εντύπωση, αλλά καί εσωτερικώς να καλλιεργεί τόν εαυτό του καί να τόν καθιστά ικανό γιά τήν μύηση σε βάθος τών Τεκτονικών αληθειών. Μία σπουδαία αλήθεια, με πλευρές αρκετές καί όλες σημαντικές καί αξιόλογες ενυπάρχει πράγματι σε αυτήν τήν διαρκή καί κατά σύστημα προβολή εντός τού Τεκτονισμού τής αξίας τής εργασίας. Η εργασία είναι μία αξία, θεμελιακής ομολογουμένως σπουδαιότητος, από κοινωνικής καί οικονομικής απόψεως’ εύκολα αντιλαμβανόμεθα αυτό καί όσοι ακόμη δέν έχουμε ενγκύψει σε ειδικές οικονομολογικές καί κοινολογικές σπουδές . Αποτελεί εν τούτοις καί μία αξία κατά βάση ηθική’ συντελεί δηλαδή, στήν ψυχική καί πνευματική αρτίωση τού ανθρώπου. Επ΄αυτού τού σημείου προπάντων εφιστά τήν προσοχή μας ο Τεκτονισμός καί επιπλέον μάς προωθεί καί σε κάποιο ανώτερο- μυσταγωγικό, μεταφυσικό – επίπεδο’ σύμφωνα άλλωστε καί με τήν γνωστή μας Τεκτονική μεθοδολογία, από τα απλά καί τα κοινά καί τα εμφανή να μάς αναβιβάζει στά συνθετώτερα καί τα ψηλότερα καί κατά τήν έννοια, αλλά καί κατά τήν ικανότητα κατανοήσεως. “Εργασίαν καί μόχθον” αξιώνει από εμάς ο Τεκτονισμός. Η κατεργασία τής σκληρής καί άμορφης πέτρας, αυτό το κύριο καί πολυσήματο καί τόσο παραστατικό σύμβολο τού Τεκτονισμού ασφαλέστατα, δέν είναι διόλου μία εύκολη καί μία άνετη απασχόληση. Η ονομασία τήν οποία αποδεχτήκαμε- η ονομασία τών εργατών Τεκτόνων- τα λόγια τα απλά, αλλά καί σαφή τού τυπικού μας κατά τήν έναρξη καί κατά το τέλος τών συνεδριάσεών μας, η ονομασία τού χώρου τών συγκεντρώσεών μας καί τής στενότερης Τεκτονικής μας ομάδας, το Περίζωμα, η σφύρα, η σμίλη, αλλά καί τα άλλα εργαλεία, όλα δηλαδή, εκείνα, τα οποία καί προηγουμένως σημειώσαμε, επιδιώκουν καί το πραγματώνουν, όταν υπάρξει καί από μέρους μας η διάθεση γιά τόν πρόσφορο διανοητικό καί συναισθηματικό συντονισμό, επιδιώκουν να δημιουργήσουν καί να μάς επιβάλουν ψυχολογικά, το χρήσιμο κλίμα, εκείνη τήν ειδική ατμόσφαιρα, εντός τής οποίας καί κάτω από τήν ζωογόνο επίδρασή της, είναι δυνατή η καλλιέργεια καί ανάπτυξη τού Τεκτονικού ιδεώδους. Καί ακριβώς η ατμόσφαιρα αυτή, είναι η ατμόσφαιρα τής εργασίας, τής εργασίας, η οποία στηρίζεται επί τής σοφίας πρώτα- επί τής γνώσεως καί τής μελέτης τών μέσων καί τών υποκειμενικών καί αντικειμενικών εκάστοτε δεδομένων καί καταστάσεων-, επί τής δυνάμεως δεύτερον -επί τής βουλήσεως δηλαδή καί τού σθένους τού χαρακτήρος, επί τής ψυχικής σε όλες τίς περιπτώσεις αντοχής, επί τής επιμονής μας είς τόν τεθέντα σκοπό- καί τέλος επί τού κάλλους– επί τής ομορφιάς καί τής αρμονίας, τών μοναδικών αυτών χαρακτηριστικών στοιχείων τής δημιουργίας τόν κόσμο καί τής ζωής από τόν Θεό καί κατά αναλογίαν πάσης δημιουργίας έργο αξίας καί από τόν άνθρωπο, επί τής ενθουσιαστικής εξάρσεως καί τής ψυχικής ανατάσεως, επί τής αντιλήψεως διά το καθαρώς ιδεαλιστικό, το ανώτερο περιεχόμενο τών Τεκτονικών επιδιώξεων. Τοιουτοτρόπως κατόπιν, με αυτές τίς θεμελιώδεις διά τήν Τεκτονική μεθοδολογία προϋποθέσεις, ηθικά καί ψυχολογικά προετοιμασμένοι, προχωρούμε πλέον στήν πραγμάτωση τών καθιερωμένων Τεκτονικών επιδιώξεων καί σκοπών. Πρόκειται δε αναμφισβητήτως, περί χρήσιμου καί απαραίτητου ειδικής προετοιμασίας, διότι είναι πολύ σκληρό καί πολύ επίμοχθο καί το ένα καί το άλλο μέρος τών Τεκτονικών αυτών επιδιώξεων. Η τραχύτητα μάλιστα και οι άλλες συναφείς δυσχέρειες κατά τήν πραγμάτωση τού Τεκτονικού εκείνου σκοπού, τού πρώτου μέρους τών Τεκτονικών αυτών επιδιώξεων. Η τραχύτης μάλιστα και οι άλλες συναφείς δυσχαίρειες κατά την πραγμάτωση τού Τεκτινικού εκείνου σκοπού, τού πρώτου μέρους τών Τεκτονικών αυτών επιδιώξεων, πού αφορά τήν διαμόρφωση τού χαρακτήρα μας, τήν ηθική μας τελειοποίηση, είναι εμφανέστερη. Να περιορίσουμε τα πάθη μας, να καταπνίξουμε κάθετα τήν ιδιοτέλεια καί να συνειδητοποιήσουμε, να αισθανθούμε μέχρι τού βαθμού τού βιώματος, το χρέος τής ανθρωπιάς, το χρέος τής αυτοθυσίας χάριν τού Αδελφού μας, χάριν τού πλησίον μας, χρειάζεται πρός τούτο- καί πρέπει να το αναγνωρίσουμε, διότι τότε μόνον θα πλησιάσουμε σε κάποιο επ’ αυτού αποτέλεσμα- χρειάζεται μία προσπάθεια επισταμένη καί διηνεκής, τήν οποία να στηρίζουν καί να υποβοηθούν όλες οι πνευματικές σχετικές δυνάμεις πού διαθέτουμε. Αισθάνομαι ότι, αυθόρμητα παρουσιάζονται στό σημείο αυτό στήν μνήμη τού καθενός μας, τα λόγια εκείνα τα τόσο περιεκτικά σε ουσία καί τόσο υποβλητικά σε διατύπωση, τα οποία τόσο καλά γνωρίζουμε, τόσες πολλές φορές έχουμε ακούσει καί τα οποία δονούν ως τα μύχια κυριολεκτικά το είναι μας. Ας προσθέσουμε όμως καί κάτι άλλο, απόλυτα σχετικό καί ζωηρότατα χαρακτηριστικό επίσης επί προκειμένου, το οποίο πρίν τρείς χιλιάδες περίπου χρόνια είπε ο Ησίοδος
“Οι θεοί τής αρετής ιδρώτα προπάρηθεν έθηκα “
Discover more from Τέκτονες & Τεκτονισμός
Subscribe to get the latest posts sent to your email.